Έβλεπα τα κοράκια να πετούν, άκουγα τις κραυγές τους, τα παρατηρούσα να εφορμούν και να κατασπαράζουν με βουλιμία το πτώμα μιας κοινωνίας σε αποσύνθεση.
Γράφει ο Αντώνης Κατσάς
Ξέχασα την ευωδία από το αγιόκλημα και το γιασεμί,, συνήθισα στα ρουθούνια μου τη μυρωδιά της πτωμαινης από τα σαπισμένα σώματα των θεσμών, των αρχών και των αξιών.
ΗΜΟΥΝ ΚΑΛΑ αγόρι μου, κορίτσι μου , παιδί μου.
ΗΜΟΥΝ ΚΑΛΑ και ας μη μπορούσα να εξηγήσω εκείνο το τρέμουλο στην καρδιά μου, εκείνη την ανακατωσούρα στα σπλάχνα μου , κάθε φορά που έφευγες μακριά μου είτε με αεροπλάνο , είτε με πλοίο , είτε με λεωφορείο ,είτε με τρένο. Κάθε φορά που δυνάμωνε η βροχή , που λυσσομανούσε ο άνεμος, που ερχόταν καύσωνας , που διέκοπτε η τηλεόραση τη ροη της με ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΙΔΗΣΗ.
Αγοράκι μου , κοριτσάκι μου , παιδί μου.
Πριν ακούσω οτιδήποτε , εφορμούσαν και πάλι τα κοράκια κατευθείαν στην ψυχή και στο μυαλό μου.
Εικόνες από ΤΑ ΤΕΜΠΗ, ΤΟ ΣΑΜΙΝΑ, ΤΗ ΜΑΝΔΡΑ, ΤΟ ΜΑΤΙ.
Γι αυτό κάθε φορά που έφευγες σε εκλιπαρούσα
«Πάρε με όταν φθάσεις».
Αυτή τη φορά δεν έφθασες για να με πάρεις
Αννούλα μου, Δημήτρη μου , Κωστή μου, Αγγελικούλα μου………
Ήρθα εγώ και ψάχνω το κορμάκι σου μες στα συντρίμμια των τρένων παιδάκι μου.
Ήρθαν και τα κοράκια και ψάχνουν και εκείνα.
Πρεπει να προλάβω να σε πάρω πριν σε κατασπαράξουν ,μα δε σε βρίσκω.
Σηκώνω τα χέρια μου στον ουρανό να τα διώξω, μα εκείνα ορμούν πιο απειλητικά κρώζοντας ακατάπαυστα.
Τα γνωρίζω πλέον καλά αυτά τα κοράκια.
Είναι τα ίδια ,που χρόνια τώρα ,με την ίδια λαιμαργία έβλεπα να κατασπαράσσουν το πτώμα μιας σάπιας κοινωνίας χωρίς θεσμούς, αρχές αξίες, οράματα και ιδανικά.
Μιας κοινωνίας που τη δολοφονούν συστηματικά και μεθοδευμένα το αδηφάγο κέρδος , τα ακόρεστα συμφέροντα, και οι αδίστακτοι ηγήτορες της οι οποίοι ποτέ δεν είδαν , ποτέ δεν έμαθαν, ποτέ δεν πρόλαβαν.
Παιδάκι μου ,σπλάχνο μου, όταν φθάσεις στη γειτονιά των αγγέλων πάρε με.
Πάρε με για να σου υποσχεθώ ,πως αυτό το έγκλημα, δε θα μείνει ατιμώρητο.