Πολλαπλά μαθήματα επιβίωσης από τον 25χρονο Δημήτρη Αντωνίου του νεαρού που τραυματίστηκε σοβαρά έξω από το σχολείο του στην Καλαμαριά το 2006
Το συνδετικό κρίκο μιας ομάδας νέων, μιας «παρέας ετερόκλητων ανθρώπων», που ασχολούνται με το graffiti, αλλάζοντας όψη στις γειτονιές και στα σχολεία της Ανατολικής Θεσσαλονίκης, αποτελεί ο Δημήτρης Αντωνίου. Ανήσυχο πνεύμα αλλά και αποφασισμένος να προκαλέσει… για καλό σκοπό, ο 25χρονος Δημήτρης αποφάσισε να μετουσιώσει σε δύναμη την αναπηρία που του άφησε το σοβαρό ατύχημα έξω από το σχολείο του στην Καλαμαριά το 2006, καθηλώνοντάς τον σε αναπηρικό καροτσάκι. Ο ίδιος κάνοντας νέα σχέδια για τη ζωή διοχετεύει πλέον την ενέργειά του σε μία δραστηριότητα με διττό νόημα. Από τη μία μετατρέπει τους γκρίζους τοίχους της πόλης σε πολύχρωμους καμβάδες, από την άλλη με την παρουσία του αλλά και με το βιβλίο που έγραψε ο ίδιος δίνει το δικό του πολύτιμο μήνυμα ζωής.
Το ατύχημα
Ο Δημήτρης πριν από δέκα χρόνια τραυματίστηκε σοβαρά έξω από το σχολείο του στην Καλαμαριά, όπου και βρισκόταν μαζί με άλλους δύο συμμαθητές του. Ένας οδηγός που κινούταν με μεγάλη ταχύτητα έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου του και έπεσε πάνω στους μαθητές, τραυματίζοντας σοβαρά τον Δημήτρη και ελαφρότερα τα άλλα δύο παιδιά. Ο 15χρονος τότε μαθητής υπέστη συντριπτικό κάταγμα στον αυχένα, ολική ρήξη του νωτιαίου μυελού και ακρωτηριασμό του δεξιού του χεριού. Η ζωή του Δημήτρη από τότε άλλαξε, το ίδιο και τα σχέδια που είχε. Έμαθε να ζει στη νέα πραγματικότητά του.
«Τελείωσα το λύκειο, κάτι που δεν ήταν εύκολο με τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπισα, και στη συνέχεια μπήκα στο πανεπιστήμιο. Μέσα από το graffiti ήθελα να δώσω νόημα στο άσχημο συμβάν και στο ατύχημα που είχα. Το graffiti ήταν κάτι που αγαπούσα και πριν από το ατύχημα, ωστόσο έπειτα από αυτό και δημιουργώντας μία παρέα ανθρώπων, που είναι ανοιχτή συνεχώς, αποφασίσαμε να το κάνουμε σε περισσότερους χώρους», δηλώνει ο ίδιος.
Για εκείνον και την ομάδα graffiti η ζωγραφική στους τοίχους δεν είναι απλώς μία διέξοδος μακριά από υπολογιστές και κινητά τηλέφωνα, αλλά ένας τρόπος να περάσουν τα δικά τους μηνύματα. «Τα μηνύματα μας προβληματίζουν, και επειδή το μεγαλύτερο μέρος των graffiti γίνεται σε τοίχους σχολείων νόμιμα, με τη συγκατάβαση των καθηγητών, είναι ένας τρόπος να προσεγγίσουμε τα παιδιά και με έξυπνο και πρωτότυπο τρόπο να μιλήσουμε μαζί τους. Συνήθως θέλουν να μάθουν για μένα, με βλέπουν που παιδεύομαι για κάποιον σκοπό και θέλουν να μάθουν περισσότερα», τονίζει ενθουσιασμένος που έχει καταφέρει να βάλει τις δικές του πινελιές σε τοίχους σχολείων, αλλά και να «ενώσει μία παρέα τόσο ετερόκλητων ανθρώπων, που συνεργάζονται για έναν σκοπό και που εκπλήσσονται με τη συνύπαρξή τους ακόμη και οι ίδιοι».
Το βιβλίο του
«C’est la vie» είναι το όνομα της ομάδας των graffiti και προήλθε από το τατουάζ που ο Δημήτρης έχει στο χέρι του. Ο ίδιος επέλεξε να αποτυπώσει στο σώμα του τις λέξεις που σημάδεψαν τη ζωή του: «Έτσι είναι η ζωή». Όπως εξηγεί, «όταν φτάσαμε για αποκατάσταση στη Σουηδία, ο γιατρός μάς εξήγησε τους στόχους που είχε για εμένα. Μέσα σε αυτούς δεν υπήρχε το ενδεχόμενο να σηκωθώ. Τότε η μαμά μου ζήτησε από το μεταφραστή να ρωτήσει το γιατρό για αυτό το ενδεχόμενο. Ο γιατρός σήκωσε τα χέρια ψηλά και είπε ‘C’ est la vie, mama’. Όλοι άρχισαν να κλαίνε και εγώ ρώτησα τι είπε και με τον καιρό το επεξεργάστηκα. Η φράση αυτή, ‘έτσι είναι η ζωή’, είναι πλέον ένα δικό μου κομμάτι, που μου δίνει δύναμη. Όταν περνάω δύσκολα, κοιτάω το χέρι μου και θυμάμαι όλα αυτά που πέρασα και παίρνω δύναμη να προχωρήσω. «Έτσι είναι η ζωή, για ό,τι σου έρχεται πρέπει να προσπαθείς, αυτό σου δίνει ελευθερία, παύεις να φοβάσαι», εξηγεί με θάρρος ο Δημήτρης.
Τα σχέδιά του είναι πολλά. Αποφασισμένος να εκπλήξει ακόμη και τον ίδιο του τον εαυτό, ολοκληρώνει αυτήν την περίοδο το δεύτερο βιβλίο του και παράλληλα το μεταπτυχιακό του στην Οικονομική Θεωρία. Ικανοποιημένος από την απήχηση που είχε το πρώτο βιβλίο, μία σειρά διηγημάτων με τίτλο «Έτσι είναι η ζωή», το οποίο έγραψε τη δύσκολη περίοδο που πέρασε, θέλει να συνεχίσει να δίνει μαθήματα και νοήματα στους ανθρώπους. Εξάλλου ο ίδιος έχει επιλέξει συνειδητά να μιλά για αυτά που του έχουν συμβεί. Θέλει να δείξει στον κόσμο πως υπάρχει ζωή σε όλες τις εκφάνσεις της και να ενθαρρύνει εκείνους που έχουν χάσει το δρόμο τους. «Το βιβλίο δεν γράφηκε από τη μία στιγμή στην άλλη. Είναι ιστορίες που γράφηκαν σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα. Στόχος μου είναι να προβληματίσουν, να συγκινήσουν, να προκαλέσουν. Αυτό που θέλω είναι, όταν τελειώσει η ανάγνωση των ιστοριών μου, ο αναγνώστης να στοχαστεί αυτό που διάβασε και να προβληματιστεί. Θέλω να ακουμπήσω κάποιον, με σκοπό να βοηθήσει τον εαυτό του. Εγώ απέκτησα αυτόν τον τρόπο σκέψης και νοήματος της ζωής με τεράστιο κόστος. Ο αναγνώστης θα μάθει μέσα από την ιστορία μου», δηλώνει στη «Θ».
Το όνειρο της εργασίας
Ο Δημήτρης έχει μάθει να τα κάνει όλα με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Όχι μόνο εξαιτίας του ατυχήματός του, αλλά γιατί έτσι προστάζει η ξεχωριστή προσωπικότητά του. Πεισματάρης και αποφασισμένος νικητής στις μικρές και μεγάλες μάχες της ζωής, θέλει να φτάνει στους στόχους του μέσα από τον απόλυτα δικό του δρόμο. «Χωρίς στόχο δεν υπάρχει λόγος να ξυπνήσεις το πρωί. Πρέπει να επιλέξεις τους στόχους σου, να σου γεμίζουν τη ζωή, να προχωράς προς μία κατεύθυνση», τονίζει. Για εκείνον, που ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο τμήμα Φυσικής του ΑΠΘ μέσα σε τέσσερα χρόνια και αυτήν την περίοδο κλείνει τον κύκλο του στις μεταπτυχιακές οικονομικές σπουδές, όνειρό του είναι να μπορέσει να εργαστεί. Με θάρρος και παράπονο μιλά για το ελληνικό κράτος που έχει επιλέξει να «κρύψει» ανθρώπους σαν τον Δημήτρη, οι οποίοι μπορούν και θέλουν να εργαστούν. «Θέλω να πάψω να είμαι βάρος, να βρω μία εργασία, να προσφέρω. Θέλω να είμαι ο ‘κύριος του εαυτού μου’ και για ψυχολογικούς όρους αλλά και για οικονομικούς. Να έχω τα δικά μου χρήματα. Στη χώρα μας είτε θα σε λυπούνται είτε δεν θα σου επιτρέψουν να εργαστείς. Είναι απίστευτο ότι δεν έχουν βρει τρόπους να αξιοποιήσουν ανθρώπους σαν εμένα», λέει, περιμένοντας τα αποτελέσματα της αίτησης που έχει υποβάλει ως καθηγητής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. «Διαγωνίζομαι μαζί με τους υπόλοιπους υποψηφίους. Δεν υπάρχουν ειδικά κριτήρια. Αντίθετα οι άλλοι έχουν λόγω μακροχρόνιας ανεργίας. Δεν έχουμε μεγάλες ελπίδες. Δεν θα ήμουν βάρος σε άλλους καθηγητές ούτε φυσικά στα παιδιά. Το μάθημα της Φυσικής το γνωρίζω όσο λίγοι και ξέρω πώς να το μεταδώσω», εξηγεί. Ο Δημήτρης έχει μάθει να «προχωρά στη ζωή», όπως σημειώνει χαρακτηριστικά σε διάφορα σημεία της συζήτησής μας. «Θα τα καταφέρω να εργαστώ», λέει σχεδόν ψιθυριστά και με τη βεβαιότητα αποτυπωμένη στο πρόσωπό του «γελάει» εκείνος στη ζωή αυτή τη φορά.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Θεσσαλονίκη” τη Δευτέρα 1 Αυγούστου 2016
Πηγή:makthes.gr