Σ.Φάμελλος: Το διακύβευμα της υφιστάμενης ενεργειακής κρίσης είναι το δικαίωμα πρόσβασης στο αγαθό της ενέργειας

Το διακύβευμα της υφιστάμενης ενεργειακής κρίσης είναι το δικαίωμα πρόσβασης στο αγαθό της ενέργειας

«Η επιλογή Μητσοτάκη να προσδέσει περαιτέρω τη χώρα στο ορυκτό, εισαγόμενο, και πανάκριβο πλέον φυσικό αέριο στην ηλεκτροπαραγωγή, πίσω από τον ωραίο τίτλο «απολιγνιτοποίηση», κόστισε πολύ ακριβά στους καταναλωτές στην Ελλάδα, ενώ μας έφερε στα όρια της ενεργειακής ανασφάλειας. Παρά τα μεγάλα λόγια, η επιλογή αυτή παραμένει εφόσον, την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2022, το φυσικό αέριο κάλυψε το 35,4% της ηλεκτροπαραγωγής», σημειώνει ο τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας και βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σωκράτης Φάμελλος, σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Οικονομική Επιθεώρηση», απαντώντας στο ερώτημα «Πώς προχωρά η ενεργειακή μετάβαση το 2023 χωρίς το καύσιμο-γέφυρα;».

Υπογραμμίζει πως η αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου με υγροποιημένο φυσικό αέριο, αποτελεί μία πολύ ακριβή και προσωρινή λύση, που δεν δίνει απαντήσεις μεσο-μακροπρόθεσμα και σίγουρα δεν είναι κλιματικά βιώσιμη. Οι επενδύσεις οφείλουν να κατευθυνθούν σε δίκτυα, σε κίνητρα για ενίσχυση της αυτοπαραγωγής και των ενεργειακών κοινοτήτων και στην αποθήκευση, που καθυστερούν εδώ και καιρό, προκειμένου να επιταχυνθεί η αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας.

Ο Σ.Φάμελλος επισημαίνει τέλος, ότι το διακύβευμα της υφιστάμενης ενεργειακής κρίσης είναι το δικαίωμα πρόσβασης στο αγαθό της ενέργειας για τα νοικοκυριά και τις παραγωγικές δυνάμεις.

Ακολουθεί το πλήρες άρθρο όπως δημοσιεύτηκε:

 

Πώς προχωρά η ενεργειακή μετάβαση το 2023 χωρίς το καύσιμο-γέφυρα;

Οι ΑΠΕ, με ισχυρές υποδομές, δίκτυα, αποθήκευση, και με εξοικονόμηση ενέργειας, αποτελούν το ενεργειακό μέλλον της χώρας μας, αλλά και του πλανήτη.

Η επιλογή του φυσικού αερίου ως καυσίμου που θα αντικαθιστούσε τον άνθρακα σε μια πορεία σταδιακής απανθρακοποίησης, χωρίς να λαμβάνεται μάλιστα υπόψη ο παράγοντας της ενεργειακής ασφάλειας, αποτέλεσε μια λανθασμένη επιλογή, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο.

Η επιλογή Μητσοτάκη να προσδέσει περαιτέρω τη χώρα στο ορυκτό, εισαγόμενο, και πανάκριβο πλέον φυσικό αέριο στην ηλεκτροπαραγωγή, πίσω από τον ωραίο τίτλο «απολιγνιτοποίηση», κόστισε πολύ ακριβά στους καταναλωτές στην Ελλάδα, ενώ μας έφερε στα όρια της ενεργειακής ανασφάλειας. Παρά τα μεγάλα λόγια, η επιλογή αυτή παραμένει εφόσον, την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2022, το φυσικό αέριο κάλυψε το 35,4% της ηλεκτροπαραγωγής.

Η αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου με υγροποιημένο φυσικό αέριο, αποτελεί μία πολύ ακριβή και προσωρινή λύση, που δεν δίνει απαντήσεις μεσο-μακροπρόθεσμα και σίγουρα δεν είναι κλιματικά βιώσιμη. Οι επενδύσεις οφείλουν να κατευθυνθούν σε δίκτυα, σε κίνητρα για ενίσχυση της αυτοπαραγωγής και των ενεργειακών κοινοτήτων και στην αποθήκευση, που καθυστερούν εδώ και καιρό, προκειμένου να επιταχυνθεί η αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας.

Το διακύβευμα της υφιστάμενης ενεργειακής κρίσης είναι το δικαίωμα πρόσβασης στο αγαθό της ενέργειας για τα νοικοκυριά και τις παραγωγικές δυνάμεις. Συνεπώς, οι ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές θα πρέπει να διασφαλίζουν την πρόσβαση σε καθαρή ενέργεια σε προσιτές τιμές για όλους, και παράλληλα να διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξουν εκπτώσεις έναντι των κλιματικών μας στόχων, που είναι και ο μόνος δρόμος για ένα βιώσιμο μέλλον.​