Χαλκηδόνα:Το Νεκροταφείο των Βογομίλων-Μίνι ντοκιμαντέρ

Ένα πολύ ενδιαφέρον μίνι ντοκιμαντέρ ετοίμασε το “πειρατολόγιο”  για το νεκροταφείο των Βογομίλων στο Δήμο μας και συγκεκριμένα στη Χαλκηδόνα.Το “πειρατολόγιο” αναζητεί “θησαυρούς” που αξίζει να επισκεφθείτε και τους παρουσιάζει μέσα από μια σειρά μίνι ντοκιμαντέρ.

Δείτε το βίντεο

Οι Βογόμιλοι, στα βουλγαρικά Богомили, ήταν χριστιανική κοινότητα η οποία άνθισε στα Βαλκάνια την περίοδο μεταξύ του 10ου αιώνα και του 15ου αιώνα. Εμφανίστηκε στη Βουλγαρία γύρω στο 950 και ενσωμάτωσε κάποια νεομανιχαϊστικά και παυλικιανικά στοιχεία. Η θρησκευτική κίνηση εμφανίστηκε αρχικά στην Αρμενία και τη Μικρά Ασία, και δέχτηκε αργότερα σλαβονικές επιδράσεις που αποσκοπούσαν στη μεταρρύθμιση της προσφάτως ιδρυθείσας Βουλγαρικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Πέρα από την επικράτεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και τα Βαλκάνια (Βουλγαρία, Βοσνία, Σερβία), το βογομιλικό κίνημα επεκτάθηκε μέχρι την Ιταλία, τη Ρηνανία (Γερμανία) και τη Γαλλία. Το θρησκευτικό αυτό κίνημα περιγράφεται και ως Βογομιλισμός.

Η ονομασία «Βογόμιλοι» κατά μία εκδοχή επινοήθηκε από έναν μοναχό το 1050 με βάση το όνομα του γνωστότερου δραστήριου κήρυκά τους, του ιερέα Βογόμιλου, δηλαδή «Θεόφιλου» από το βουλγαρικό μπογκομίλ, ο οποίος είχε ως κέντρο της δράσης του τη Φιλιππούπολη κατά τον 9ο αιώνα, ενώ κατά άλλη εκδοχή τους αποκαλούσαν γενικότερα με αυτό το όνομα που σήμαινε «Θεόφιλοι».

Θρησκευτικές αντιλήψεις και πρακτικές

Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πηγές, οι αντιλήψεις των Βογόμιλων φαίνεται ότι είχαν κοινά στοιχεία με εκείνες των μεσσαλιανών και των παυλικιανών,καθώς επίσης και με τον γνωστικισμό.

Κεντρικό στοιχείο της διδασκαλίας των Βογόμιλων αποτελούσε η πεποίθηση ότι ο ορατός, υλικός κόσμος κυβερνάται από τον Σατανά.Απέρριπταν την ιεραρχία της διοικούσας Εκκλησίας, και θεωρούσαν εσφαλμένα τα δόγματα που αφορούσαν μεταξύ άλλων την απόδοση τιμής στις ιερές εικόνες, στο σταυρό και τα ιερά λείψανα —τα οποία θεωρούσαν ειδωλολατρία— και στους αγίους και δεν αποδέχονταν τα εκκλησιαστικά μυστήρια, τον νηπιοβαπτισμό, την Θεία Ευχαριστία και τα δόγματα περί Αειπάρθενου και Θεοτόκου της μητέρας του Ιησού Χριστού.Απέρριπταν γενικά αυτά που θεωρούσαν ως κοσμική και εκκλησιαστική εξουσία καθώς πίστευαν ότι έχουν ανθρώπινη προέλευση, αρνούμενοι την πληρωμή φόρων και την συμμετοχή στον πόλεμο. Θεωρούσαν τους ναούς της επίσημης Εκκλησίας ως κατοικίες δαιμόνων. Καταδίκαζαν δραστηριότητες που έφερναν τον άνθρωπο κοντά στην ύλη, όπως η κρεοφαγία και η οινοποσία, και τηρούσαν αυστηρές νηστείες. Η ηθική τους αυστηρότητα αναγνωριζόταν ακόμη και από τους εχθρούς τους.

Δήλωναν πίστη στον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Σύμφωνα με τον Γιάροσλαβ Πέλικαν, «δεν αποδέχονταν κάποια συγκεκριμένη τριαδιστική θεωρία» και «ενώ ισχυρίζονταν ότι ομολογούσαν [το δόγμα του] Θεού σύμφωνα με την εκκλησία, στην πραγματικότητα το αρνούνταν», δηλαδή έδιναν διαφορετική ερμηνεία. Σύμφωνα με τον Βασ. Στεφανίδη, όπως φαίνεται από το έργο του πρεσβυτέρου Κοσμά “Λόγοι κατά των αιρετικών”, οι Βογόμιλοι δέχονταν ως αγαθό Θεό την αγία τριάδα και ως κακό Θεό τον σατανά και ότι «ο υιός και το άγιον πνεύμα μετά την συμπλήρωσιν του έργου αυτών θα επιστρέψωσιν εις τον πατέρα, ο οποίος θα γίνει πάλιν μονοπρόσωπος», το οποίο αποτελή σαφή διαφοροποίηση από το ορθόδοξο δόγμα της Αγίας Τριάδος.

Αποδέχονταν ως ιερά συγγράμματα την Καινή Διαθήκη και τους Προφήτες και τους Ψαλμούς από την Παλαιά Διαθήκη και απέρριπταν την Πεντάτευχο και τα ιστορικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Εκτός από την Αγία Γραφή χρησιμοποιούσαν και πολλά απόκρυφα βιβλία. Οι Βογομίλοι ήταν ένθερμοι υποστηρικτές της μετάφρασης της Αγίας Γραφής στη γλώσσα του λαού. Επιπλέον, εξασκούσαν και χρησιμοποιούσαν ιδιαίτερα τη μνήμη τους, καθώς απαιτούνταν από τα μέλη της ομάδας να αποστηθίζουν μεγάλα τμήματα της Αγίας Γραφής. Σύμφωνα με τον ιστορικό Μιχαήλ Ντραγκομάνοφ (Mihailo P. Dragomanov), 4.000 Βογόμιλοι είχαν απομνημονεύσει ολόκληρη την Αγία Γραφή, ενώ όλα τα μέλη τους ήξεραν από μνήμης ολόκληρη την Καινή Διαθήκη.Σύμφωνα με τον καθηγητή Θεολογίας Roelof van den Broek, «δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι έφτασαν σε μια μορφή Χριστιανοσύνης που έμοιαζε με την πρώτη Εκκλησία, αλλά οφειλόταν στην προσεκτική ανάγνωση της Αγίας Γραφής· ήταν επίσης κληρονόμοι Χριστιανών της ανατολής οι οποίοι είχαν διατηρήσει ιδέες και πρακτικές οι οποίες ίσχυαν κατά τους πρώτους αιώνες».

Σύμφωνα με τον Ostrogorsky, οι Βογόμιλοι ως έκφραση “διαμαρτυρίας κατά της τάξεως των κυβερνώντων, των ισχυρών και των πλουσίων” όπως και άλλες παρόμοιας αντίληψης ομάδες, παρουσίαζαν άνθηση περιοδικά, και δεν απέρριπταν μόνο την κρατική εξουσία ή την Ορθόδοξη Εκκλησία: “η αίρεση αυτή άνθιζε ιδιαίτερα σε εποχές κρίσεως και ανάγκης, γιατί σε τέτοιες ακριβώς εποχές η βασικά απαισιόδοξη κοσμοθεωρία της, που δεν απορρίπτει μόνο μια ορισμένη τάξη αλλά τον επίγειο κόσμο σαν τέτοιο, βρίσκει πλούσιο έδαφος και εντυπωσιάζει περισσότερο με τη διαμαρτυρία της.

Ιστορική επισκόπηση

Σύμφωνα με την συνήθη μέθοδο της εσωτερικής πολιτικής του Βυζαντίου, εθνότητες και μη ορθόδοξες θρησκευτικές ομάδες (αιρέσεις) μεταφέρονταν και μετοικίζονταν σε άλλες περιοχές της αυτοκρατορίας αποσκοπώντας μέσω του εποικισμού στην απομάκρυνση τους από τα ασφαλή κέντρα τους, στον έλεγχό τους, και την χρησιμοποίησή τους ως προπύργιο εναντίον των συχνών εισβολών των βορείων βαρβάρων. Όπως συνέβη με τους Σύριους, τους Αρμένιους και τους Σλάβους, οι Παυλικιανοί —οι οποίοι άσκησαν σημαντική επίδραση στους Βογόμιλους— μετοικίστηκαν κατά χιλιάδες από την Μικρά Ασία στη Θράκη κατά τον 8ο αιώνα, από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε΄ και τον 10ο αιώνα από τον Ιωάννη Τσιμισκή. Με κέντρο τη Φιλιππούπολη, οι Παυλικιανοί εξαπλώθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Θράκης και της Βουλγαρίας.

Τον 9ο αιώνα, ο μεταρρυθμιστής παυλικιανός ιερέας Μπογκομίλ (Βογόμιλος), κήρυττε με βάση τη Μακεδονία αυτό το δόγμα στην ευρύτερη περιοχή της Βουλγαρίας. Το όνομα «Βογόμιλοι» δόθηκε στους ομοϊδεάτες του από έναν ορθόδοξο μοναχό που ονομαζόταν Ευθύμιος το 1050, ενώ οι ίδιοι αυτοαποκαλούνταν «χριστιανοί». Ο βογομιλισμός αποτέλεσε «θεωρητική σύλληψη υπερσυντηρητικών βυζαντινών θρησκευομένων», ο οποίος βρήκε απήχηση σε ποικίλα στρώματα της βυζαντινής κοινωνίας και σταδιακά διαδόθηκε στη Σερβία και τη Βοσνία και αργότερα στη Δυτική Ευρώπη λαμβάνοντας διάφορα ονόματα, όπως Καθαροί στη Γερμανία, την Ιταλία και τη Γαλλία και Πομπλικανοί (δηλ. Παυλικιανοί) και Αλβιγηνοί στη Γαλλία. Έτσι οι ρίζες του κινήματος αυτού βρίσκονταν στο παρελθόν. Οι Βογόμιλοι λοιπόν προέρχονταν από τους Παυλικιανούς του 7ου αιώνα που έδρασαν στη Μικρά Ασία, οι οποίοι σχετίζονταν με τους Μασαλλιανούς του 4ου αιώνα της Μεσοποτομίας, καθώς και τους Μαρκιωνίτες τους β΄ αιώνα. Έτσι θα λέγαμε πως η ρίζα της ομάδος αυτής είναι Γνωστική[

Η πολεμική από μέρους του κράτους που την περίοδο αυτή ταυτιζόταν με τις απόψεις της Ορθόδοξης Εκκλησίαςεναντίον της «αίρεσης»των Βογόμιλων εκδηλώθηκε κατά τον 10ο αιώνα όταν ένας ιερομόναχος ονόματι Κοσμάς έγραψε στα βουλγαρικά δεκατρείς λόγους, τους Λόγους Κατά Αιρετικών, οι οποίοι διανεμήθηκαν ευρέως. Στα έτη περί το 1110 ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α’ Κομνηνός ξεκίνησε διωγμό κατά των Βογόμιλων, επειδή διαψεύστηκαν οι προσδοκίες για βοήθεια που θα λάβαινε από αυτούς με την μετεγκατάσταση τους στη Βαλκανική χερσόνησοκαι αρνήθηκαν τη βοήθεια τους προς το βυζαντινό κράτος και «τρεις χιλιάδες περίπου απ’ αυτούς, που είχαν πάρει μέρος στην εκστρατεία κατά των Νορμανδών, τον εγκατέλειψαν και γύρισαν στα χωριά τους».Έγιναν εκφραστές της εθνικής και πολιτικής αντίθεσης των Σλάβων «εναντίον τής αυστηρής βυζαντινής διοίκησης», «τόσο στα εκκλησιαστικά όσο και στα κοσμικά ζητήματα». «Οι αυθαιρεσίες των βυζαντινών διοικητών και τα επαχθή φορολογικά μέτρα προκαλούσαν τη γενικότερη δυσφορία του βουλγαρικού λαού». Ως αποτέλεσμα, αντί να υπερασπιστούν την περιοχή του Βυζαντίου από τους βαρβάρους του Βορρά, «οι Βογόμιλοι επέδειξαν προδοτική στάση έναντι του Βυζαντίου κατά την εισβολή των Νορμανδών στις δυτικές επαρχίες της χερσονήσου του Αίμου και προκάλεσαν τόσο την οργή του βυζαντινού αυτοκράτορα Αλεξίου Α’ Κομνηνού (1081-1118), όσο και τη σκληρή τιμωρία των Παυλικιανών» οι οποίοι είχαν στασιάσει. Όπως αναφέρει η Άννα Κομνηνή, «οι Βογόμιλοι και οι Αρμένιοι μπορεί να είχαν διαφορετική πίστη από τους Παυλικιανούς, αλλά σ’ αυτή την περίπτωση συμμάχησαν με τους στασιαστές».

Λίγο αργότερα, το 1084, οι Βογόμιλοι «επαναστάτησαν και κάλεσαν σε βοήθεια τους Πατζινάκους» (Πετσενέγους) και «δύο φορές (1086 και 1088) οι βαρβαρικές ορδές διέλυσαν τα ελληνικά στρατεύματα και χρειάστηκε να ζητηθεί ειρήνη (1089)». «Οι Πετσενέγοι και οι Βογομίλοι νίκησαν το στρατό του Βυζαντίου και απελευθέρωσαν τη Δρίστρα και όλη την παραδουνάβια περιοχή». Αυτό συνέβη, καθώς «πριν καλά – καλά προλάβει ο βυζαντινός αυτοκράτορας να αποσοβήσει τον κίνδυνο από τους Νορμανδούς», αναφέρει ο Ostrogorsky, «βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση με τους Πατζινάκες». Και συνεχίζει: «Ο κίνδυνος από τους Πατζινάκες απειλούσε την αυτοκρατορία σαν δαμόκλεια σπάθη τις τελευταίες δεκαετίες και τελικά έλαβε μεγαλύτερες διαστάσεις όταν οι Βογόμιλοι από τις ανατολικές περιοχές της βαλκανικής χερσονήσου υποστήριξαν τα προελαύνοντα στίφη των Πατζινάκων. Η απειλή κορυφώθηκε όταν οι Πατζινάκες, ύστερα από μακρές και αμφίρροπες πολεμικές αναμετρήσεις, έφθασαν το 1090 μπροστά στα τείχη της βυζαντινής πρωτεύουσας».

Καθώς «οι κρατικές αρχές…λάβαιναν μέτρα εναντίον τους…κατά κανόνα…όταν οι αιρετικοί ήταν επικίνδυνοι από άποψη πολιτική, όπως οι Βογόμιλοι»,«o αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ Κομνηνός (1081-1118) αποκάλυψε με τέχνασμα την οργανωμένη δράση του Βασιλείου, πέτυχε τη συνοδική καταδίκη της αίρεσης και των οπαδών της και εξαπέλυσε σκληρούς διωγμούς εναντίον των φανατικών οπαδών της (1010)». Ο Πατριάρχης Νικόλαος Γ΄ καταδίκασε ως αιρεσιάρχη τον αρχηγό τους και τον παρέδωσε σε βασανιστήρια. Τελικά, ο «Βασίλειος και οι μαθητές του, που έμειναν πιστοί στις πεποιθήσεις τους, κάηκαν στην πυρά.»] στο Ιπποδρόμιο της Κωνσταντινούπολης από τα χέρια του Αυτοκράτορα Αλεξίου το 1118, αφού πρώτα εξαπατημένος από τον αυτοκράτορα, του αποκάλυψε τα περί των θέσεων που πρέσβευε. Βάσει εκείνων των σημειώσεων ο προσωπικός θεολόγος του αυτοκράτορα Ευθύµιος Ζιγαβηνός συνέγραψε ένα αιρεσιολογικό βιβλίο με τίτλο Πανοπλία Δογματική, του οποίου το 27ο κεφάλαιο αφιερώνεται στον βογομιλισμό. Όλοι οι υπόλοιποι Βογόμιλοι της Κωνσταντινούπολης συνελήφθησαν· όσοι αποκήρυσσαν την πίστη τους απελευθερώνονταν, ενώ οι υπόλοιποι καταδικάζονταν σε ισόβια φυλάκιση. Στη συνέχεια, ο Αλέξιος διόρισε κήρυκες να εκφωνήσουν ομιλίες στον ναό της Αγίας Σοφίας για να προειδοποιήσουν τον λαό για τους κινδύνους που προέρχονταν από τους Βογόμιλους και για τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να εντοπίζουν τους αιρετικούς. Η κόρη του Αλέξιου Άννα Κομνηνή συνέγραψε αργότερα την Αλεξιάδα, όπου κατέγραψε την ιστορία του πατέρα της μεταξύ των ετών 1069 και 1118, στο 15ο κεφάλαιο της οποίας ασχολείται με την «Αίρεση των Βογομίλων». Εκείνη την εποχή πολλοί καταδιώχθηκαν με την κατηγορία ότι ήταν αιρετικοί Βογόμιλοι, παρά το γεγονός ότι δεν είχαν καμία σχέση με αυτούς. Αυτό συνέβαινε ιδιαίτερα σε εκείνους που δεν έδιναν ιδιαίτερη έμφαση ή περιφρονούσαν την εξωτερική λατρεία.

Εντούτοις, παρά τους σκληρούς διωγμούς στη Βουλγαρία και στο Βυζάντιο, η διδασκαλία των Βογόμιλων συνέχισε να υφίσταται ακέραια στην Κωνσταντινούπολη υπό την επιφάνεια, κρυφά, τουλάχιστον για μία γενιά· μάλιστα δε, κατόρθωσε να επιβιώσει στα λαϊκά στρώματα και να γνωρίσει άνθηση κατά την περίοδο του Β’ Βουλγαρικού Κράτους από το 1186 ως το 1193. Κυρίως, όμως, στους λόγιους κύκλους του Βυζαντίου βρήκαν απήχηση οι βογομιλικές θέσεις, ενώ οι επιδράσεις τους είναι εμφανείς σε όλη αυτή την περίοδο μέχρι και τον 14ο αιώνα. Οι βογομιλικές ιδέες διείσδυσαν κατά τον 13ο αιώνα και στο Άγιο Όρος.

Η διάδοση του Βογομιλισμού προκαλούσε, σύμφωνα με την Νεράτζη-Βαρμάζη, «κοινωνικές αναστατώσεις και λαϊκές διαμαρτυρίες» που συντάρασσαν τη συνοχή του κράτους καθώς «εκήρυτταν την απείθεια» προς αυτόκαι έτσι έγιναν προσπάθειες αντιμετώπισής τους. Οι Βογόμιλοι καταδικάστηκαν ως αίρεση από το νεοπαγές Βουλγαρικό Πατριαρχείο στη σύνοδο του Τυρνόβου (Turnovo, πρωτεύουσας του τότε βουλγαρικού κράτους) το 1211 και οδηγήθηκαν σταδιακά σε παρακμή. Τον 12ο αιώνα, ο Μεγάλος Πρίγκηπας της Σερβίας Στέφαν Νέμανια (Στέφανος A’ Νεμάνια) επέφερε σκληρούς διωγμούς και έκανε μαζικές εκκαθαρίσεις των Βογόμιλων, ενώ υπήρξε μεγάλης κλίμακας καύση βιβλίων αδιακρίτως, σε τέτοιο βαθμό ώστε δεν σώζεται κανένα σερβικό χειρόγραφο εκείνης της περιόδου. Σύμφωνα πάντως με τους Baynes και Moss, βασική αιτία εξάλειψης των Βογόμιλων από την Σερβία, ήταν η εκκλησιαστική πολιτική του γιου του ΣτεφάνουΣάββα (Α΄ αρχιεπίσκοπος Σερβίας), ο οποίος “έκανε το Χριστιανισμό πιο προσιτό στους Σέρβους αφομοιώνοντας μαζί του πολλές από τις εθνικές πεποιθήσεις και τα έθιμα και δημιουργώντας μια Εκκλησία, η οποία ήταν λαϊκή, συνδεδεμένη με τη νέα εθνικιστική δυναστεία και συγχρόνως ευρισκομένη σε επαφή με τον υψηλότερο πολιτισμό της Κωνσταντινουπόλεως” με “επακόλουθο…να χαθή γρήγορα στη Σερβία η βογομιλική αίρεση

Κατά τους διωγμούς του τσάρου των Βουλγάρων Μπορίς Α’ Μιχαήλ (Βάρι) και του βασιλιά των Σέρβων Νέμανια πολλοί Βογόμιλοι κατέφυγαν στη Βοσνία, όπου αναδιοργανώθηκαν και συνέχισαν τη δράση τους. Η σκληρή αντιμετώπισή τους συνεχίστηκε τόσο από τον τσάρο Καλογιάννη της Βουλγαρίας (για τους Βυζαντινούς, «Σκυλογιάννης», 1197-1207) όσο και από τον βασιλιά της Σερβίας Στέφανο B’ Νεμάνια (κυβερνήτης από το 1197 έως το 1227). Μάλιστα, το 1349, ο τσάρος (κράλης) Ντουσάν της Σερβίας εφάρμοσε ιδιαίτερα σκληρή νομοθεσία (Zakonik) εναντίον των «αιρετικών», οι οποίοι πιθανώς ήταν κυρίως οι Βογομίλοι: Οι αιρετικοί έπρεπε να στιγματιστούν με πυροσφραγίδα και να εκδιωχθούν από τη χώρα (άρθρο 10), ενώ ο θρησκευτικός προσηλυτισμός απαγορευόταν (άρθρο 8). Τον 13ο και 14ο αιώνα η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία απέστειλε αρκετούς λεγάτους και Φραγκισκανούς ιεραποστόλους για να μεταστρέψουν ή να εκδιώξουν Βόσνιους αιρετικούς μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν και Βογόμιλοι. Δέχτηκαν τότε «μεγαλυτέραν επίδρασιν εκ μέρους των Μεσσαλιανών» και έτσι «έχασαν την φήμην των δι’ ηθικήν αυστηρότητα, εξεδόθησαν εις σαρκικάς καταχρήσεις» και προσλαμβάνοντας στη διδασκαλία τους «και ξένα στοιχεία έχασαν την εσωτερικήν των ενότητα». Κατά τον 14ο και τον 15ο αιώνα απέμειναν ελάχιστα μέλη αυτής της θρησκευτικής ομάδας στη Βουλγαρία και στο Βυζάντιο.

Με την κατάκτηση από τους Οθωμανούς της νοτιοανατολικής Ευρώπης τον 15ο αιώνα, οι Βογόμιλοι οδηγήθηκαν σε αφάνεια. Ίχνη αυτού του θρησκευτικού κινήματος εντοπίζονται σήμερα σε παραδόσεις των νοτιοσλαβικών λαών. Ορισμένες διδασκαλίες τους φαίνεται ότι επηρέασαν άλλες μεταρρυθμιστικές ομάδες που εμφανίστηκαν τους επόμενους αιώνες, όπως η Βοσνιακή Εκκλησία, οι Αδαμίτες, οι Καθαροί, οι Βαλδένσιοι (Βάλδιοι) αλλά και η ίδια η Προτεσταντική Μεταρρύθμιση.

Πηγή:el.wikipedia.org

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *